Κάποτε είχε πάει ένας κοσμικός στην Σκήτη των Καυσοκαλυβίων στο Άγιο όρος, για να γίνει Μοναχός. Οι Πατέρες όμως της Σκήτης δεν τον δέχονταν, γιατί, εκτός που ήταν ράθυμος και αμελής, ήταν και πολύ σκανδαλοποιός και δημιουργούσε συνέχεια θέματα.
Επειδή εκείνος αναπαύονταν στην Σκήτη, παρακάλεσε τους Πατέρες να τον αφήσουν να μένει ως λαϊκός και να εργάζεται καμιά φορά.
Μια μέρα ο ετοιμοθάνατος είχε έρθει σε έκσταση και έκανε νοήματα. Οι Πατέρες απορούσαν τι να συμβαίνει…
Είδα τον Αρχάγγελο Μιχαήλ μ” ένα χαρτί στα χέρια του, που είχε όλες τις αμαρτίες μου, και μου είπε:
«Βλέπεις, αυτά εδώ τα έκανες όλα, γι” αυτό ετοιμάσου να πας στην κόλαση».
Τότε εγώ του λέω:
«Για κοίταξε, ανάμεσα σ” αυτά τα αμαρτήματα, υπάρχει το αμάρτημα της κατακρίσεως»;
Ψάχνει ο Αρχάγγελος και μου λέει: «Όχι, δεν υπάρχει».
«Οπότε, του λέω, δεν πρέπει να πάω στην κόλαση, σύμφωνα με αυτό που είπε ο Κύριος». «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε».
Τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ έσχισε το χαρτί με τα αμαρτήματά μου. Έτσι, Πατέρες μου, θα πάω στον Παράδεισο…
Όταν μου είχατε πει ότι δεν κάνω για Μοναχός στην Σκήτη και εργαζόμουν ως λαϊκός και Εκκλησιαζόμουν στον Κυριακό τις εορτές, είχα ακούσει τα λόγια του Ευαγγελίου «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε»
και είπα: «Ταλαίπωρε, τουλάχιστον αυτό να εφαρμόσεις, και αυτό με έσωσε δίχως άλλον κόπο». Μόλις τελείωσε αυτά τα λόγια, παρέδωσε την ψυχή του.