
Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ Τρίτη, 1 Δεκεμβρίου 2009
Ενα νέο κεφάλαιο ανοίγει από σήμερα στη «ζωή» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς τίθεται σε ισχύ η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της Λισαβόνας.
Ερχονται σημαντικές θεσμικές αλλαγές και τίθενται οι βάσεις για ενίσχυση της φωνής της Ε.Ε. στο διεθνές στερέωμα, σε μία περίοδο παγκόσμιων προκλήσεων.
Οι ελπίδες, ωστόσο, ότι η Συνθήκη από μόνη μπορεί να μετατρέψει το μπλοκ των 27 σε μία υπερδύναμη, που θα καθορίζει τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία, δύσκολα θα επιβεβαιωθούν.
Κάτι τέτοιο προϋποθέτει τη μετεξέλιξη της Ε.Ε. σε μία πραγματική πολιτική ένωση. Και αυτό είναι όνειρο μακρινό, όπως έδειξε και η πρόσφατη επιλογή των προσώπων για τις νέες θέσεις του προέδρου και υπουργού Εξωτερικών.
Η Συνθήκη ενισχύει τις εξουσίες του Ευρωκοινοβουλίου, απαντώντας έτσι -σε ένα βαθμό- στο πρόβλημα του δημοκρατικού ελλείμματος, ενώ απλοποιεί και καθιστά πιο λειτουργικό το σύστημα λήψης αποφάσεων, ενισχύοντας μάλιστα τη φωνή των μικρότερων κρατών.
Ενα από τα βασικά επιχειρήματα των υπερμάχων της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης είναι ότι, χωρίς αυτήν, δεν θα υπήρχαν καν οι βάσεις για τις προσπάθειες της Ε.Ε., να επηρεάσει τη νέα τάξη πραγμάτων, που διαμορφώνεται με την ανάδυση νέων δυνάμεων από τον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπως η Κίνα.
Ωστόσο υπάρχουν και εκείνοι, που τονίζουν ότι η Ε.Ε. έχει εδώ και καιρό υπονομεύσει το στόχο, αποτυγχάνοντας να πείσει εξαρχής τους πολίτες της για την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων, που προβλέπει η νέα Συνθήκη.
Χρειάστηκαν συνολικά οχτώ χρόνια για τη διαπραγμάτευση και την επικύρωση της νέας συνθήκης (που αρχικά παρουσιάστηκε ως Ευρωσύνταγμα). Ορισμένοι μάλιστα εκτιμούν ότι ήταν λάθος της Ε.Ε. να προσπαθήσει να εξασφαλίσει με κάθε κόστος το πράσινο φως από όλα τα κράτη - μέλη, τονίζοντας ότι ίσως θα ήταν καλύτερο να προχωρήσει με ταχύτερα βήματα προς την ολοκλήρωση ένας πιο στενός πυρήνας.
Ολες οι πλευρές συμφωνούν, πάντως, ότι οι όποιες αλλαγές θα γίνουν με πολύ αργούς ρυθμούς.
«Η υιοθέτηση της νέας Συνθήκης δεν είναι μία επανάσταση. Υστερα όμως από μία επώδυνη περίοδο αντιπαραθέσεων για την επικύρωσή της, τώρα μπορούν πια να γίνουν κάποια βήματα, έστω και με αργούς ρυθμούς», σχολιάζει στο Reuters ο Ντάνιελ Γκρος, αναλυτής του think tank Centre for European Policy Studies.
Πολλά βεβαίως θα εξαρτηθούν από τη βούληση των κυβερνήσεων των κρατών - μελών να θέσουν το ενιαίο ευρωπαϊκό συμφέρον πάνω από τα στενά εθνικά συμφέροντα.